Νίκος Αστρουλάκης / Από τα Προγράμματα Προσαρμογής στο Ταμείο Ανάκαμψης: Προοπτική για δίκαιη ανάπτυξη ή εμπέδωση του δόγματος των οικονομικών της προσφοράς στη μεγέθυνση;

Το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς στο πλαίσιο της θεματικής Οικονομία-Παραγωγή-Βιώσιμη Ανάπτυξη δημοσιεύει την ανάλυση του Νίκου Αστρουλάκη, οικονομολόγου B.Sc., M.A., Ph.D., με τίτλο “Από τα Προγράμματα Προσαρμογής στο Ταμείο Ανάκαμψης: Προοπτική για δίκαιη ανάπτυξη ή εμπέδωση του δόγματος των οικονομικών της προσφοράς στη μεγέθυνση;”.

Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα επίκαιρο και διαφωτιστικό άρθρο, ενόψει και της κύρωσης από την ελληνική Βουλή της Σύμβασης Χρηματοδότησης και της Δανειακής Σύμβασης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ελληνικής Δημοκρατίας, το οποίο συνδέει τις βασικές παραδοχές και επιλογές του Ταμείου Ανάκαμψης με αυτές των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής που προηγήθηκαν και αναδεικνύει τις αντιφάσεις, τα ελλείμματα και τα αδιέξοδα που συνεπάγεται ο νεοφιλελεύθερος θεσμισμός της Ε.Ε. και η επιμονή στα νεοκλασικά οικονομικά της προσφοράς, που αγνοούν πλήρως το σκέλος της ζήτησης και την αναδιανεμητική λειτουργία στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης μεγέθυνσης. Μάλιστα, όπως τονίζει ο συγγραφέας, ο σχεδιασμός του Ταμείου Ανάκαμψης όχι μόνο “ενσωματώνει αυτή την λογική στην πιο αυστηρή μορφή της“, αλλά γίνεται “«βασιλικότερος του βασιλέα» στην εφαρμογή των συνταγών του δόγματος των οικονομικών“.

Όπως αναφέρει ο συγγραφέας στην περίληψη του άρθρου :

“Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Ταμείο Ανάκαμψης) προβάλλεται ως λύση για την αντιμετώπιση των οικονομικο-κοινωνικών επιπτώσεων της πανδημίας του COVID 19, και εν γένει ως το μέσο της αναστροφής της ελληνικής οικονομικής, κοινωνικής, περιβαλλοντικής, και τεχνολογικής αναπτυξιακής υστέρησης. Δεδομένου ότι η ιδεολογία και η θεωρία είναι συνυφασμένες με πραγματικές υλοποιήσεις πολιτικής, ακολουθεί μια ανάλυση του μακροοικονομικού πλαισίου και της οικονομικοπολιτικής προοπτικής που διαπνέει τον εθνικό σχεδιασμό για την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών πόρων, των €31 δις περίπου, που θα εισρεύσουν στην χώρα στα πλαίσια του “Next Generation EU” και του Πολυετούς Δημοσιονομικού Προγράμματος 2021-2026 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα εθνικά προγράμματα προκειμένου να εγκριθούν οφείλουν να έχουν σχεδιαστεί εντός των κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται δηλαδή για την επιβολή του νεοφιλελεύθερου θεσμισμού της υπερεθνικής οντότητας στα κράτη μέλη της σε επίπεδο προγραμματικών στόχων προς συγκεκριμένες αναπτυξιακούς προσανατολισμούς όπως η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση. Ωστόσο, ο καθορισμός των επιμέρους πολιτικών από τα κράτη μέλη, στο επίπεδο των μέσων, παραμένει ζήτημα εθνικών πολιτικο – οικονομικών επιλογών. Μετά από μια υφεσιακή περίοδο, η μεγέθυνση της οικονομίας (αύξηση του ΑΕΠ) είναι σχεδόν αυτονόητη. Αυτό που δεν είναι αυτονόητο είναι το αναδιανεμητικό αποτέλεσμα αυτής της μεγέθυνσης και το συνολικό κοινωνικοοικονομικό και περιβαλλοντικό μοντέλο που διαμορφώνει.”